Τυχαίο...? Δεν νομίζω
Όταν έχεις φτάσει στο σημείο να μιλάς με τους φίλους σου με ατάκες από σκηνές της ταινίας τότε μπορείς να μιλήσεις για κάτι παραπάνω από μια απλή συμπάθεια.
Διαβάστε παρακάτω την κριτική της ταινίας από το cine.gr και δείτε αποσπάσματα από την ταινία.
Αποσπάσματα...?
TRAILER
«Πωπω μούσκουλα, δικά σου είναι αγόρι μου;»
«Όχι, τα νοίκιασα».
Δώστε προσοχή. Έχουμε και λέμε:
“Νύχτα βγήκαν στο κλαρί και πήρανε τους δρόμους,
κάτι τύποι πονηροί, κρυφά απ’ τους αστυνόμους.
ήταν οχτώ και φτιάξανε τη συμμορία της πλάκας
και αρχηγός τους ήτανε, ένας ψηλός και βλάκας.
Ο μαφιόζος ο κακός έδωσε εντολή,
κανείς λευκός και όλοι τους να ‘ναι με αναστολή
να ζούνε μόνο απ’ την ψευτιά και από την κλεψιά
και έτσι εφτά μαζεύτηκαν και μια μισοριξιά.
Σε τράπεζα ληστεία, θ`αρπάξουν τα λεφτά
και σαν τη δυναστεία θα ζήσουνε μετά,
θ`αρπάξουνε και θα χαθούν, μέσα σε κουρνιαχτό
οι εφτά ληστές οι φοβεροί και ένα υπόθετο.
Μα ο Μαφιόζος δόλωμα, του στέλνει όλους μαζί,
να κλέψει αυτός χρυσαφικά από ένα μαγαζί
και να βουτήξουνε αυτούς οι μπάτσοι στο φτερό,
εφτά ληστές ηλίθιους και έναν μισερό.
Και η ληστεία γίνεται, μια μέρα βροχερή,
οχτώ ληστές στην τράπεζα μπουκάρουν τρομεροί
κι αρπάζουν με τη διαταγή του μάπα του ψηλού,
μια γάτα ψόφια, απόβλητα, και μια κουρελού.
Ο κλέφτης η Μαφία το σκάει μια και δυο
και μένει η συμμορία με το σκουπιδαριό
και από τότε λέγονται στους μύθους των παιδιών,
οι κόπανοι, τα βλήματα και οι κλέφτες σκουπιδιών.
Λέει ο μύθος τελικά ότι τάχα όλοι αυτοί,
δεν πάθανε άλλα κακά, δεν πήγαν φυλακή
και έτσι λόγω βλακείας γλιτώσαν και οι οχτώ,
οι εφτά της συμμορίας και ένα το σκατό.”
Με αυτούς τους στίχους αρχίζει η τελευταία γνήσια cult δημιουργία του Ελληνικού κινηματογράφου (Γιώργος Καραγιάννης και Σία ρεεεεεεε). Ένα αφηγηματικό τέχνασμα που το εξισώνει με το High Noon, όπου μέσω της αρχικής western μπαλάντας μαθαίνουμε χωρίς σπατάλες χρόνου το σκηνικό στο οποίο θα εξελιχθεί το φιλμ. Παράλληλα, με το κύρος μιας μπαλάντας για τον Ρομπέν των Δασών και των Merry men του, με τον λυρισμό και την ηρωική διάσταση ραψωδίας του Ομήρου ή έπους του Snori Sturlusson γίνεται σαφές ότι οι πρωταγωνιστές μας έχουν όλα τα χαρτιά τους έτοιμα για να περάσουν στην κατηγορία των μυθικών χαρακτήρων…

Λεωνίδας: Θα χει σύστημα ασφαλείας.
Βλάσης: Γιατί, σκέφτεσαι να μπουκάρεις;
Λεωνίδας: Μπορεί.
Βλάσης: Κατάλαβα, έχεις φλομώσει!



Φούσκας (Κώστας Μακέδος): Ανθρώπινη ασπίδα λίπους, μονίμως με κάτι φαγώσιμο στο χέρι. Καλύπτει τις διαφυγές του αφεντικού του μπαίνοντας στη μέση και έλκοντας σα μαγνήτης μίσους τα χτυπήματα που αλλιώς θα προορίζονταν για τον Δούκα. Όταν θυμώνει δεν λέει «Αφεντικό, να τον δείρω;» αλλά το «Αφεντικό, να με δείρει;».
Τούφας (Μάρκος Λεζές): Ευέξαπτος καρατέκα, που στο σκοτάδι βλέπει τους πάντες σαν γιαπωνέζους νίντζα. Όταν τα βάζει με ισάξιους αντιπάλους, καταλήγει να οργώνει τα παρκέ με τα μούτρα του.
Μίκης (Γιάννης Βούρος) / Γκόγκο (Γιώργος Πετρόχειλος): Disco people- μικροκλέφτρόνια. Βαρύ μακιγιάζ, 80’s διάλεκτος και η συνήθεια να αλλάζουν συνεχώς τις γκόμενές τους για να μην τσακώνονται (Σούζι και Βανέσα).
Λαχτάρας, γνωστός και ως Κοράκι (Δημήτρης Βασματζής): Υπάλληλος γραφείου κηδειών, ψηλός, άχαρος και με το πρόσωπο που θα περίμενε κανείς να έχει ο θάνατος- ή ένας πεινασμένος δικαστικός κλητήρας. Υπεύθυνος για τα logistics του σχεδίου.
Ο Μπάμπης ενθουσιάζεται με την ανορθόδοξη σύνθεση του γκρουπ και αποφασίζει να αυτοσχεδιάσει. Αφού προμηθεύσει στην ομάδα τα σχέδια της τράπεζας δημιουργεί ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο που περιλαμβάνει μάσκες, έφοδο, μεταφορά της λείας σε νεκροφόρα και faux-κηδεία. Αυτό που κανείς δεν ξέρει εκτός από τον Μπάμπη, την Λίντα και εμάς (που ακούσαμε προσεκτικά το αρχικό τραγουδάκι) είναι πως το πραγματικό σχέδιο του mastermind είναι να δημιουργήσει τον κατάλληλο αντιπερισπασμό, ώστε οι δικοί του άνθρωποι να κλέψουν ένα κοσμηματοπωλείο.


Τι είναι το The Κοπανοι εκτός από super cult; Είναι το ελληνικό Ocean’s Eleven (του Original Ocean’s Eleven, με πολλές ομοιότητες στο σχέδιο), το Τhe Killing των Βαλκανίων, το Rififi της Ανατολικής Μεσογείου, το The Greek Job. Και ο Γιώργος Κωνσταντίνου; Ο έλληνας Michael CaineStanley Kubrick + Mel Brooks (σκηνοθέτης) και David Mamet (σεναριογράφος). Τρία ταλέντα σε ένα, και χωρίς δάκρυα στα μάτια, εκτός από αυτά λόγω γέλιου.
Οι χαρακτήρες είναι όλοι αξιομνημόνευτοι-ακόμα και οι δευτερεύοντες, σαν τον κουφό ιδιοκτήτη του γραφείου τελετών ή τον υπερ-εξυπηρετικό διευθυντή τράπεζας. Οι σκηνές έχουν μια ερασιτεχνική χροιά, σχεδόν αυτοσχεδιασμού, σαν ένα είδος reality show με θέμα αποτυχημένες ληστείες ενώ κάποιες άλλες (σαν την surreal προπόνηση του Τούφα) είναι διαμαντάκια. Όσο για τους διαλόγους; Κόλαση. «Ντάξει, άμα πάρει το μπαλόνι από δω επειδή το ‘φερες εσύ, θέλω και εγώ ένα μερίδιο για τη γιαγιά μου, θα τη φέρω να μας πλέξει» λέει ο Τούφας για τον Φούσκα, στην μοιρασιά των υποθετικών μεριδίων. «Μπροστά στο καρέ σας, χάνω το χρώμα μου»- το καμάκι του Δούκα. Για να μη μιλήσουμε για τους ιδιότυπους διαλόγους μεταξύ Μίκη και Γκόγκο: «Ποιος είσαι ρε και βλεφαριάζεις; Ο ροκαβλόν;», «Θα με καραφλιάσεις», «Καλά, μου ‘φυγε ο τάκος ε; τι ναι αυτά που λες ρε τρίποντο;». Και η πλάκα είναι ότι σε σύγκριση με την σύγχρονη λεξιπενία, νιώθω μια νοσταλγία….
(πρωταγωνιστής),
Επίσης επιτρέψτε μου μια τελευταία θεώρηση: Μπορεί να γελάμε με το The Κοπανοι, αλλά κάθε φιλμ είναι παιδί των καιρών. Και διαβάζοντας ανάμεσα στις γραμμές του σεναρίου, αυτό που προκύπτει είναι η απαισιοδοξία του Έλληνα μπροστά στην οικονομικά παιχνίδια που τον έχουν θεατή και θύμα, κάτι που κορυφώθηκε στην μεγάλη Χρηματιστηριακή Φούσκα, αλλά και η κοινωνική αδικία (αναφορά στον Γούκο) που μεταβολίζεται σε κοινωνικό κυνισμό και ωθεί τους ήρωες-κακομοίρηδες να ρισκάρουν τη φυλακή προκειμένου να επιτύχουν το Greek dream- ζωή και κότα στις Μπαχάμες- «Άμα είναι για κομπίνα η για κλεψιά, βρίσκεις μπόλικο κόσμο. Άμα είναι για δουλειά δεν βρίσκεις κανέναν». Τέλος, ο Μπάμπης αποφεύγει τη φυλακή παρόλο που πιάστηκε στα πράσα…και αυτό γιατί αν πέσει αυτός, θα πέσουν και άλλοι οπότε ας εφαρμόσουμε το μαφιόζικο προϊόν της Omerta για να ζήσουμε εμείς καλά και οι φίλοι μας καλύτερα. Ποιος από εσάς έχει το κουράγιο να τοποθετήσει το The Κοπανοι στην κατηγορία του fiction;
Ταινία:







